Ουκ έστιν αριθμός…
Έτσι αρχίζει το πρώτο κλάμα του μωρού όταν ο άγγελος προστάτης χαϊδέψει απαλά με τις φτερούγες του το στοματάκι και τη μυτούλα του. Μόλις στέγνωσε και το τελευταίο δάκρυ απ’ τα μάγουλα του γιου τους, ο Θησέας και η Αντιόπη κατέβηκαν στην Αγορά με το μωρό τους και φωτογραφήθηκαν μπροστά στο άγαλμα του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα, των τυραννοκτόνων, ενώ πλήθη Αθηναίων τους επευφημούσαν δακρυσμένοι.
Έτσι εγκαθιδρύθηκε η πρώτη δημοκρατία στον κόσμο.
Αλήθεια, τι να απέγιναν όλα εκείνα τα ακριβά αγάλματα του πατερούλη Στάλιν;
Πόσο θα ‘θελα να συγκεντρωθούν όλα μαζί σε ένα λόφο (τη μνήμη της πτώσεως) και πάνω τους να δω τη Μάγια Πλισέσκαγια αέρινη να χοροπηδά στους ήχους του Τσαϊκόφσκι, ισορροπώντας στις μύτες των ποδιών της.
Ξέρετε πόσοι ζωγράφοι έχουν ως θέμα του ισορροπιστές και μπαλαρίνες; Απ’ ό, τι θυμάμαι ο Ντεγκά, ο Τουλούζ Λωτρέκ, ο Πικάσο, ο Σερά… ο Μαξ Ερνστ; Όχι. Ο Βαν Γκογκ; Όχι. Αυτός τάισε με χρυσό ψωμί πεινασμένους και χορτάτους και φώτισε με πύρινα ηλιοτρόπια το σύμπαν όλο. Ο Νταλί; Ναι, ο μεγαλύτερος ισορροπιστής.
Φανταστείτε να πέθαινε ο Νταλί πριν από την Γκαλά. Πόσο θα χρέωνε άραγε τα μουστάκια του συντρόφου της; Πόσα πολλαπλά αντίτυπα θα κυκλοφορούσαν σε όλο τον κόσμο; Μουστάκια με λιωμένα ρολόγια, μουστάκια με μυρμήγκια, μουστάκια με συρτάρια, μουστάκια με φασόλια, διπλά μουστάκια με γεύση Γκαρσία Λόρκα, κατσαρά μουστάκια με ξυραφάκια κλεμμένα από το μπάνιο του Μπουνιουέλ (μοναδικό έργο), μουστάκια με ηχεία για να ακούμε τη φωνή της Αμάντα Ληρ, τα σταυρωμένα μουστάκια, μουστάκια σε σχήμα σταυρού, τα μουστάκια του Γολγοθά, της Σταύρωσης σε προοπτική. Ουκ έστιν αριθμός… Μουστάκια από επιθετικά σύννεφα του Φουτζιγιάμα, μουστάκια από πατερίτσες, από φωτεινά εκτοπλάσματα του Λένιν, μουστάκια από ούρα και κυτταρίτιδα της Γκαλά, μουστάκια από δολάρια, από κέρατα ρινόκερου, μουστάκια από φλούδα θάλασσας, από φλεγόμενες καμηλοπαρδάλεις, από αυγά δεινοσαύρων, μουστάκια από σκληροπυρηνικά αρχίδια ελεφάντων, μουστάκια από δίφθογγες πορδές, χιλιάδες πορδές και βάλε μέχρι το αναπηρικό καροτσάκι της Φρίντα Κάλο σε πολλαπλά, ενώ σε δημοπρασία της Σόθμπις παρουσιάστηκαν εφτά αριθμημένα και επιχρυσωμένα προφυλακτικά του Λεωνίδα Τρότσκι από το ηρωικό και φιλόξενο κρεβάτι με την Φρίντα.
Όταν ο Νταλί πέθανε, το γεγονός θεωρήθηκε ατύχημα και όχι φυσική κατάληξη γέροντος ξεμωραμένου. Τότε λοιπόν αποκαλύφθηκε ένα καλά κρυμμένο μυστικό. Το ένα πόδι του καλλιτέχνη ήταν ξύλινο γεμάτο τρύπες που χρησιμοποιούσαν σαν φωλιές πέντε ερυθρόδερμοι αστακοί, ενώ τα άλλο του πόδι ήταν νερένιο και κολυμπούσαν μέσα μικρές θαλάσσιες χελώνες που τρέφονταν από βασιλικό πλαγκτόν των εγκεφαλικών του εκρήξεων.
Πριν αφήσει την τελευταία του πνοή ο Νταλί, έβγαλε τα μάτια του, τα μαγείρεψε ποσέ και τα κατάπιε, για να μη μπορεί κανείς να τα χρησιμοποιήσει και να δει τον κόσμο όπως τον έβλεπε αυτός. Ένα άλλο γεγονός που άφησε άφωνους όσους έτυχε να βρίσκονται κοντά του τις τελευταίες στιγμές της ζωής του ήταν: απ’ το αριστερό του κωλομέρι φύτρωσε ένας τεράστιος νάρκισσος με εκατοντάδες στήμονες γεμάτους γύρη, ενώ χιλιάδες σμήνη μελισσών εμφανίστηκαν από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα διεκδικώντας λίγο από το νέκταρ του Σαλβατόρε.
Το γεγονός αυτό προκάλεσε το προσωρινό κλείσιμο των συνόρων με τις άλλες χώρες, την πτώση του δικτάτορα Φράνκο, ενώ το ανώτατο συμβούλιο της τεκτονικής στοάς της Ισπανίας παραιτήθηκε σύσσωμο, γιατί θεωρήθηκε υπεύθυνο για την απόρριψη αίτησης εισόδου του ζωγράφου σ’ αυτήν, με το αιτιολογικόν ότι ο αιτών στερείται ηθικής υποστάσεως και χαρακτηρίζεται ως ασεβής και μέγας αυνανιστής: ως εκμεταλλευτής καθυστερημένων πουλερικών, ως διακορευτής νεαρών εργατών χρησιμοποιώντας τον τεράστιο σοκολατένιο πούτσο του Γουλιέλμου Τέλλου… ως εκπαιδευτής σαλιγκαριών με μακιαβελικό φανατισμό. Επίσης, κατηγορήθηκε ως δωδεκαθεϊστής, γιατί συνέταξε προσευχές στην Γκαλά- Αφροδίτη, Γκαλά- Απόλλωνα, Γκαλά- Ήρα, Γκαλά- Ήφαιστο, Γκαλά- Ερμή, Γκαλά- Αθηνά, Γκαλά- Κουασιμόδο, Γκαλά- Λουδοβίκο, Γκαλά- Γκαλά κτλ.
Επίσης, θεωρήθηκε βλάσφημος, διότι συνέγραψε επιστημονική διατριβή με θέμα την πορδήν και την εξέλιξή της από την αρχαιότητα έως τον εικοστό αιώνα, ενώ το κονσέρτο υπέρ της κωφώσεως, αφιερωμένο στους νεκρούς στρατιώτες του Αλβανικού Μετώπου του 1940, παρουσιάστηκε με τεράστια επιτυχία απ’ τη συμφωνική ορχήστρα νέγρων μουσικών της Νέας Ορλεάνης.
Μυστικός οπαδός του Μαρκήσιου Ντε Σαντ, του Βερμέερ, του Ναβουχοδονόσορα και της Ναργκίς κατέβαινε νύχτα στην παραλία του Πορτ Λιγκάτ με μια λάμπα θυέλλης και προέτρεπε τους ψαράδες της περιοχής σε συνεχή συνουσία με τη Γκαλά έναντι πινακίου φακής, ενώ ο ίδιος ατάραχος φιλοτεχνούσε το ρωμαλέο πορτρέτο της χήρας του Μάο έχοντας σαν μοντέλα το αιμόφυρτο κεφάλι της Μαρίας Αντουανέτα, το θανατηφόρο βέλος από τη φτέρνα του Αχιλλέα, τον ομφάλιο λώρο του Πατριάρχη Ιεροσολύμων, κι ένα ποτήρι ζεστό γάλα από τις καμήλες του Ελ- Αλαμέιν.
Τα ξημερώματα ανέβαινε στο μοναστήρι της Αγίας Σκέπης και έτρωγε πρωινό με τις καλόγριες, σούπα από πολτοποιημένα αλογάκια της Παναγίας με αγιασμό και κάρυ. Μετά εξομολογούνταν τις αμαρτίες του στα πανέμορφα παγώνια της αυλής και επέστρεφε ξαλαφρωμένος σπίτι του να παλέψει με τα φαντάσματα του Αντρέ Μπρετόν, του Ιερώνυμου Μπος και την τεράστια αράχνη της Λουίζα Μπουρζουά.
Ξέρετε πόσοι πολιτικοί ηγέτες φάγανε τα μούτρα τους, γιατί δε μπορούσαν να κουβαλήσουν το «εγώ» τους, και πόσοι άνθρωποι τρελάθηκαν και αυτοκτόνησαν λόγω εγωισμού; Ουκ έστιν αριθμός…